Δευτέρα 10 Ιουνίου 2013

Η άνοδος και η πτώση της λιτότητας

Η κρίση του 2007-9 ήταν μεγάλο πλήγμα για τους διαμορφωτές οικονομικής πολιτικής. Για δύο σχεδόν δεκαετίες είχε επικρατήσει η αντίληψη ότι δομικές κρίσεις συμβαίνουν μόνο σε χώρες όπου οι θεσμοί είναι αδύναμοι και η διαφθορά βαθιά. Οι ώριμες χώρες έχουν ανεξάρτητη Κεντρική Τράπεζα, απαλλαγμένη από την πίεση των πολιτικών, που ασκεί αυστηρό έλεγχο στο χρήμα και κρατάει τον πληθωρισμό χαμηλά. Η οικονομία σταθεροποιείται, η παραγωγικότητα ανεβαίνει, τα εισοδήματα αυξάνονται σταθερά, το μέλλον είναι ρόδινο.

Βέβαια, υπήρχε ο ‘μάγος’ Άλαν Γκρίνσπαν της Φεντ που κάθε τόσο δημιουργούσε και μια φούσκα στις χρηματοπιστωτικές αγορές παρέχοντας αφειδώς ρευστότητα στις τράπεζες κι αφήνοντας τα ‘γκόλντεν μπόις’ να κερδοσκοπήσουν ελεύθερα. Μικρό όμως το πρόβλημα, αφού ο πληθωρισμός παρέμενε χαμηλός και κάθε νέα φούσκα μάζευε τα αποκαΐδια της προηγούμενης. Από φούσκα σε φούσκα, λοιπόν, καταλήξαμε στην τεράστια κρίση του 2007-9 που κόντεψε να τσακίσει την παγκόσμια οικονομία.


H κρίση δημιούργησε τεράστιο κενό στην οικονομική πολιτική, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Το πρόβλημα μακροπρόθεσμης πολιτικής παραμένει άλυτο και η παγκόσμια συζήτηση είναι έντονη. Το βραχυπρόθεσμο πρόβλημα όμως, μετά από μια σύντομη περίοδο δισταγμού, απαντήθηκε με την πολιτική της λιτότητας. Τι λέει η λιτότητα; Με απλά λόγια, ότι η λύση της κρίσης θα προκύψει από την περικοπή των δημοσίων ελλειμμάτων, τον περιορισμό των μισθών και των συντάξεων, τη συρρίκνωση των ελλειμμάτων στο εξωτερικό ισοζύγιο και τον έλεγχο του δημόσιου χρέους.

Η λιτότητα δεν είναι νέα θεωρία και η σχετική συζήτηση πάει τουλάχιστον έναν αιώνα πίσω. Το 2009-10 όμως απόκτησε νέα φτερά από τους γνωστούς οικονομολόγους Κένεθ Ρόγκοφ και Κάρμεν Ράινχαρτ που μας πληροφόρησαν ότι όταν το δημόσιο χρέος ξεπεράσει το 90% του ΑΕΠ, η ανάπτυξη υποχωρεί απότομα. Από κοντά κι ο Αλμπέρτο Αλεσίνα που ισχυρίστηκε ότι η δημόσια συρρίκνωση που επιφέρει η λιτότητα είναι στην πράξη ‘επεκτατική’ γιατί αντιδρά θετικά ο ιδιωτικός τομέας. Έρχεται, βλέπετε, η περίφημη νεράιδα της εμπιστοσύνης και τονώνει τις ιδιωτικές επενδύσεις.

Γιατί επικράτησε αυτή η παράλογη θεωρία; Πρώτον γιατί ο πυρήνας της δεν είναι παρά καταστάλαγμα της ιδεολογίας του νεοφιλελευθερισμού που κυριαρχεί στα πανεπιστήμια, τα κέντρα σκέψης, τα ΜΜΕ και αλλού. Δεύτερον, γιατί συμβαδίζει με τα βραχυπρόθεσμα συμφέροντα των χρηματοπιστωτικών αγορών και των δανειστών γενικότερα. Από την πλευρά του δανειστή, το ‘συμμάζεμα’ που φέρνει η λιτότητα φαίνεται σα να κάνει πιθανότερη την αποπληρωμή των χρεών του δημοσίου.

Αφού η λιτότητα είναι ένα μίγμα ιδεολογίας και ταξικού συμφέροντος, η εφαρμογή της αναπόφευκτα διέφερε από χώρα σε χώρα, ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες. Στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία, για παράδειγμα, ουσιαστικά δεν υπήρξε αυστηρή λιτότητα την τελευταία τριετία. Στη Βρετανία η κυβέρνηση Κάμερον υιοθέτησε μια σχετικά μαλακή εκδοχή της. Στην ΟΝΕ όμως η περιφέρεια εξαναγκάστηκε σε σκληρότατα μέτρα, ενώ το κέντρο ωθήθηκε προς σχετικά ήπιες μορφές. Ο λόγος είναι ότι η υπεράσπιση του κοινού νομίσματος σήμαινε καταρχήν υπεράσπιση των συμφερόντων των χρηματοπιστωτικών αγορών. Μια χρήσιμη αναλογία είναι ο κανόνας του χρυσού που επικρατούσε στις παγκόσμιες αγορές μέχρι το Μεσοπόλεμο. Η υπεράσπιση της αξίας του χρυσού και η διατήρηση του ρόλου του στις παγκόσμιες πληρωμές ήταν τότε ο κύριος μηχανισμός επιβολής λιτότητας. Η ΟΝΕ λειτούργησε ως ιδιότυπος κανόνας του χρυσού για την Ευρώπη ωθώντας προς σκληρότατη λιτότητα, υπό την πίεση της Γερμανίας.

Σήμερα η λιτότητα φαίνεται να υποχωρεί. Το έργο των Ρόγκοφ και Ράινχαρτ αποδείχθηκε εμπειρικά λανθασμένο και η θεωρία του Αλεσίνα εξώκειλε καθώς η λιτότητα έφερε ύφεση και μηδαμινή ανάπτυξη. Επιπλέον, η τεράστια ανεργία γεννάει κοινωνική αναταραχή κι ευνοεί το σκληρό πολιτικό συντηρητισμό, ιδίως στην Ευρώπη. Υποχωρεί λοιπόν η λιτότητα, αφού όμως έχει πετύχει δύο πολύ σημαντικούς στόχους για τα ανώτερα στρώματα. Αφ’ ενός μίκρυνε τα ελλείμματα του δημοσίου και του ισοζυγίου πληρωμών, αφ’ ετέρου οδήγησε σε πτώση των μισθών, με δραματικό μάλιστα τρόπο στην περιφέρεια της ΟΝE.
 

Το τι θα ακολουθήσει παραμένει άδηλο και θα εξαρτηθεί από τις λαϊκές αντιδράσεις. Όσοι όμως έχουν κάνει σημαία τους τη μάχη κατά της λιτότητας, ιδίως στην Αριστερά, καλό θα είναι να συνειδητοποιήσουν ότι σύντομα πια δε θα λένε κάτι τόσο διαφορετικό. Η κοινωνία συνεχίζει να αναμένει πραγματικά ριζοσπαστικές προτάσεις για την κρίση και για τα αποτελέσματα της λιτότητας.

Πρώτη δημοσίευση: Ελευθεροτυπία, 9 Ιουνίου 2013