Δευτέρα 8 Ιουνίου 2015

Που πάει η διαπραγμάτευση;

Τα γεγονότα των τελευταίων ημερών στο θέμα της διαπραγμάτευσης ήταν ιδιαίτερα πυκνά: κατάθεση προτάσεων από την ελληνική πλευρά, διαρροή των υποτιθέμενων αντιπροτάσεων των δανειστών, απόρριψη τους από τον Έλληνα πρωθυπουργό, συζήτηση προ ημερησίας διατάξεως στη Βουλή – όπου και πάλι ο πρωθυπουργός απέρριψε διαρρήδην τις αντιπροτάσεις – και άρνηση πληρωμής της δανειακής δόσης στο ΔΝΤ στις 5 του Ιούνη.  Είναι φανερό ότι είμαστε σε κρίσιμη καμπή. 

Το μόνο πολιτικό κόμμα που μπορεί τη στιγμή αυτή να πάει την Ελλάδα μπροστά είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Η ΝΔ σπαράσσεται από αρχηγικές διχόνοιες και υποχωρεί δημοσκοπικά, το Ποτάμι είναι παντελώς αναξιόπιστο και το ΠΑΣΟΚ ημιθανές. Η πρόταση και των τριών στην ουσία είναι να επιστρέψει η χώρα στο μνημονιακό καθεστώς. Το ΚΚΕ έχει χαθεί στους βάλτους του αριστερισμού. Ο δρόμος της Χρυσής Αυγής τέλος, αντιπροσωπεύει τον πλήρη εκτροχιασμό τη χώρας, κοινωνικά και εθνικά. Στον ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να ακουμπάει η ελπίδα του ελληνικού λαού, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις. Γι’ αυτό έχει τεράστια σημασία να πετύχει η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και γι’ αυτό η συζήτηση που γίνεται στο εσωτερικό του έχει αυτομάτως εθνική διάσταση. 

Μπροστά σ’ αυτές τις κρίσιμες και ιστορικές αναγκαιότητες, επείγει να αναλύσουμε προσεκτικά τις προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης και τις αντιπροτάσεις των δανειστών, βγάζοντας συμπεράσματα για την πορεία των διαπραγματεύσεων. 


Οι προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης

Το κείμενο που κατέθεσε η ελληνική κυβέρνηση ως βάση συμφωνίας με τους εταίρους μπορεί να συνοψισθεί στα εξής καίρια σημεία:

1. Η κυβέρνηση προβλέπει πρωτογενή πλεονάσματα 0,6% το 2015, 1,5% το 2016, 2,5% το 2017 και 3,5% ετησίως για την πενταετία που θα ακολουθήσει. Αναμφίβολα οι στόχοι είναι χαμηλότεροι από τα εξωπραγματικά 3% για το 2015 και 4,5% για το 2016 που προέβλεπαν τα μνημόνια. Αλλά δεν πρόκειται για πραγματική χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής. Αντιθέτως, η διαχείριση που προτείνει η κυβέρνηση είναι πολύ σφιχτή, όπως φαίνεται από την εγκατάλειψη της προοπτικής των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών. Πρακτικά θα έχουμε λιτότητα το 2015-6 και σίγουρα μετά το 2017.  

2. Για να επιτευχθούν τα πλεονάσματα του 2015-6, που είναι οι μόνες χρονιές για τις οποίες μπορεί να υπάρξει κάποια ρεαλιστική πρόβλεψη, η κυβέρνηση προτείνει αύξηση της φορολογίας. Το σημαντικότερο μέτρο είναι τρία ποσοστά ΦΠΑ (6,5%, 11% και 23%), όπου το χαμηλό θα περιλαμβάνει τα φάρμακα και το μεσαίο τα βασικά τρόφιμα, την ενέργεια και το νερό. Πρόκειται για σημαντική αύξηση των έμμεσων φόρων, αλλά όντως γίνεται προσπάθεια να υπάρξει αναδιανομή κρατώντας τα ποσοστά χαμηλά για τα πιο λαϊκά αγαθά, όπως φαίνεται κυρίως από τη μείωση στο ηλεκτρικό ρεύμα (από 13% σε 11%). Εξ ορισμού όμως, αν τελικά επισυμβεί η αύξηση του ΦΠΑ με τρόπο ώστε να επιτευχθεί το πλεόνασμα, θα υπάρξει σημαντική φορολογική αφαίμαξη.  

3. Η κυβέρνηση προτείνει επίσης αυξήσεις στην εισφορά αλληλεγγύης, με το βάρος να πέφτει στα πλουσιότερα στρώματα, έκτακτη εισφορά από τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων, φόρο στις τηλεοπτικές διαφημίσεις, πληρωμές για τις άδειες των τηλεοπτικών σταθμών, φόρο πολυτελείας και άλλα φορολογικά μέτρα. Προτείνει επίσης, μια σειρά διοικητικών και νομοθετικών μέτρων για την πάταξη της φοροδιαφυγής, τον περιορισμό της φοροαποφυγής και τη βελτίωση της συλλογής των φόρων.

4. Πέραν των δημοσιονομικών μέτρων η κυβέρνηση προτείνει ιδιωτικοποιήσεις ύψους 3,2 δις για το 2015-16, 2,1 δις για το 2017-19 και 10,8 δις για την περίοδο μετά το 2020. Θα υπάρξει βέβαια πρόβλεψη για επενδύσεις και προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων στις ιδιωτικοποιημένες επιχειρήσεις, ενώ θα γίνει χρήση των εσόδων για κοινωνική ασφάλιση και την ενδυνάμωση της Τράπεζας Επενδύσεων που μέλλεται να ιδρυθεί.

5. Στην κοινωνική ασφάλιση οι προτάσεις περιλαμβάνουν άρση της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος για το 2015-16 και σταδιακή απάλειψη των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων μέχρι τα 62. Επίσης προτείνεται μια σειρά επιμέρους μέτρων για τον περιορισμό της εισφοροαποφυγής και της ανασφάλιστης εργασίας.

6. Στα εργασιακά η κυβέρνηση προτίθεται να επανεισάγει τις συλλογικές συμβάσεις και να επαναφέρει τον κατώτατο μισθό στα επίπεδα του 2010 μέχρι το τέλος του 2016.

7. Στο θέμα των «κόκκινων δανείων» προτείνεται ο σχηματισμός ομάδας εργασίας για την διαμόρφωση μέτρων που θα αποσυμπιέσουν σταδιακά την κατάσταση. Παράλληλα, θα υπάρξει προσωρινή αναστολή των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας.

8. Η κυβέρνηση εισηγείται επίσης σειρά μεταρρυθμίσεων στη Δικαιοσύνη, στον Πτωχευτικό Κώδικα, στον τουρισμό, στο εμπόριο, στις τηλεπικοινωνίες, στα ελεύθερα επαγγέλματα, στο κτηματολόγιο, στη δημόσια διοίκηση και στον τομέα της ενέργειας.

9. Τέλος, η κυβέρνηση προτείνει δύο μέτρα για την αναδιάρθρωση του χρέους το 2015-16. Πρώτον, το 2015 θα υπάρξει αποπληρωμή των ομολόγων που διακρατεί η ΕΚΤ, με κονδύλια που θα παράσχει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕΜΣ). Δεύτερον, το 2015-16 θα υπάρξει αποπληρωμή των δανείων του ΔΝΤ με κονδύλια που επίσης θα παράσχει ο ΕΣΜ. Το συνολικό ύψος των νέων δανείων δεν αναφέρεται, αλλά λογικά θα είναι περίπου 50 δις. Στη βάση αυτή εκτιμάται ότι η Ελλάδα θα μπορέσει να επιστρέψει στις αγορές το Μάρτιο του 2016. Η κυβέρνηση επίσης ζητά από τους «θεσμούς» να υπάρξει κάποιο πρόγραμμα χρηματοδότησης της ανάπτυξης το 2016-2021, το οποίο όμως δεν προσδιορίζεται όσον αφορά το ύψος, ή τον χαρακτήρα του.

Οι προτάσεις της κυβέρνησης αντιπροσωπεύουν έναν πολύ επώδυνο συμβιβασμό και πρέπει οπωσδήποτε να γίνει εσωτερική συζήτηση στον ΣΥΡΙΖΑ για τις επιπτώσεις τους όσον αφορά την υλοποίηση του Προγράμματος της Θεσσαλονίκης. Για παράδειγμα, δεν υπάρχει αναφορά σε διαγραφή του χρέους (πόσο μάλλον βαθιά), δεν υπάρχουν φοροαπαλλαγές (12000 αφορολόγητο, ΕΝΦΙΑ κλπ.), αλλά επιβάλλεται νέος ΦΠΑ και άλλοι φόροι, η «σεισάχθεια» αναβάλλεται, η εθνικοποίηση των τραπεζών δεν αναφέρεται, και ούτω καθεξής. Θυμίζω ότι το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης δεν ήταν κάποιου είδους μπολσεβικισμός, αλλά ένας μετριοπαθής κεϋνσιανισμός. Ο συμβιβασμός που προτείνει η κυβέρνηση στους «θεσμούς» δημιουργεί πραγματικά ερωτηματικά για την υλοποίησή του.

Είναι φανερό ότι η διαπραγματευτική στρατηγική της κυβέρνησης είναι να κλείσει την αξιολόγηση παίρνοντας μια ανάσα ρευστότητας, ενώ παράλληλα επιδιώκει να εξασφαλίσει δέσμευση των δανειστών για το χρέος και την ανάπτυξη. Ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να κάνει βήματα μακριά από το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, αλλά προσπαθεί να διατηρήσει την ελπίδα μιας εναλλακτικής πορείας στο μέλλον. 


Οι προτάσεις των δανειστών

Πως λοιπόν αντέδρασαν οι «εταίροι»; Αν κρίνουμε από το κείμενο που έχει διαρρεύσει, η αντίδραση ήταν στυγνή:

1. Οι «θεσμοί» απαιτούν πρωτογενή πλεονάσματα 1% το 2015, 2% το 2016, 3% το 2017, 3,5% το 2018 και 3,5% για κάθε χρόνο που ακολουθεί. Οι στόχοι δεν είναι πολύ διαφορετικοί από αυτούς της ελληνικής πλευράς και υπόρρητα αναγνωρίζεται ότι οι παλαιότεροι ήταν ανέφικτοι. Είναι ένας συμβιβασμός από την πλευρά των δανειστών. Η δημοσιονομική διαχείριση όμως παραμένει πολύ σφιχτή, πρακτικά θα υπάρχει καθεστώς λιτότητας για πολλά χρόνια. 

2. Το πρόβλημα είναι βέβαια ότι οι «θεσμοί» εκτιμούν ότι, με την τρέχουσα πορεία, το 2015 η ελληνική οικονομία θα έχει πρωτογενές έλλειμμα ύψους 0,66%. Προφανώς επίσης δεν δέχονται τις εκτιμήσεις για τα έσοδα που θα προκύψουν από τα μέτρα της ελληνικής πλευράς. Άρα απαιτούν τη λήψη «συγκεκριμένων και υψηλής ποιότητας» μέτρων, ώστε να επιτευχθούν τα πλεονάσματα για το 2015-6 και με τρόπο συμβατό με Μεσοπρόθεσμο για το 2016-19. Όπερ σημαίνει:

3. Κυρίως αύξηση του ΦΠΑ ώστε να αποφέρει επιπλέον περίπου 2 δις ευρώ. Θα υπάρχουν δύο ποσοστά 23% και 11%, όπου στο χαμηλό θα ενταχθούν τρόφιμα, φάρμακα και ξενοδοχεία (και άρα η ενέργεια θα πάει στο υψηλό ΦΠΑ). Θα καταργηθούν οι εκπτώσεις για τα νησιά.

4. Οι «θεσμοί» απαιτούν επίσης πολλά άλλα βαριά φορολογικά μέτρα, όπως απάλειψη των φορολογικών απαλλαγών για τους αγρότες, συμπεριλαμβανομένης και της επιδότησης για το πετρέλαιο, καθώς και απάλειψη της επιδότησης για το πετρέλαιο θέρμανσης. Ακόμη, προσαρμογή των αντικειμενικών αξιών στα ακίνητα, ώστε οι φόροι επί της ακίνητης περιουσίας να έχουν την ίδια απόδοση και το 2015 και 2016, δηλαδή 2,65 δις ευρώ ετησίως. Στο θέμα των εσόδων επίσης, οι «θεσμοί» θέλουν ουσιαστικά απάλειψη των ευνοϊκών δόσεων για την ανακούφιση από τα συσσωρευμένα χρέη.

5. Πέραν των φορολογικών μέτρων, οι «θεσμοί» απαιτούν αναμόρφωση του συνταξιοδοτικού συστήματος με περικοπές δαπανών 0,25%-0,5% του ΑΕΠ το 2015 και 1% το 2016. Αυτό σημαίνει μια σειρά μέτρων που περιλαμβάνουν απάλειψη του ΕΚΑΣ και σταδιακή συνταξιοδότηση στα 67 όσων θα συνταξιοδοτηθούν μετά τις 30 Ιουνίου 2015.

6. Οι «θεσμοί» προτείνουν ακόμη πλήθος μέτρων για την αναμόρφωση της Δημόσιας Διοίκησης, της Δικαιοσύνης, της ανεξαρτησίας του φοροεισπρακτικού μηχανισμού και της ανεξαρτησίας της ιδιωτικής διαχείρισης του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

7. Στο εργασιακό, προτείνουν διαδικασία διαβούλευσης για τον κατώτατο μισθό, τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, τις μαζικές απολύσεις και τις απεργίες, με βάση την «άριστη πρακτική» στην Ευρώπη.

8. Προτείνουν ακόμη μέτρα για την απορρύθμιση διαφόρων αγορών και κυρίως της παραγωγής και της διανομής ηλεκτρικού ρεύματος.

9. Απαιτούν επίσης, τη συστηματική συνέχιση εκτεταμένων ιδιωτικοποιήσεων που θα περιλαμβάνουν ΤΡΑΙΝΟΣΕ, περιφερειακά αεροδρόμια, Εγνατία, λιμάνι Πειραιά, λιμάνι Θεσσαλονίκης.

10. Τέλος, οι «θεσμοί» δεν κάνουν καμία αναφορά στην αναδιάρθρωση του χρέους, ούτε σε πρόγραμμα επενδύσεων και ανάπτυξης.

Από το κείμενο λοιπόν, συνάγεται ότι οι δανειστές απαιτούν σκληρά και «υψηλής ποιότητας» φορολογικά μέτρα για να επιτευχθούν τα «χαμηλά» πρωτογενή πλεονάσματα. Παράλληλα ζητούν σκληρά συνταξιοδοτικά μέτρα, σκληρά εργασιακά μέτρα και πλήθος μέτρων απορρύθμισης και απελευθέρωσης των αγορών. Υποτίθεται ότι έτσι θα ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και θα πάρει η χώρα κάποια ένεση ρευστότητας για το άμεσο μέλλον. Δεν προτείνουν όμως καμία λύση για το χρέος και κανένα πρόγραμμα επένδυσης. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι αυτά θα ακολουθήσουν αργότερα, ίσως μετά από μια «μεγάλη» διαπραγμάτευση για το χρηματοδοτικό κενό της χώρας.


Που οδηγεί ο δρόμος;

Ορισμένα συμπεράσματα για το που πάμε προκύπτουν αβίαστα: 

Η θεωρία ότι υπάρχουν σοβαρές διαφορές ανάμεσα στους πιστωτές, οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν προς όφελος της ελληνικής πλευράς, δεν έχει βάση. Η ευρωπαϊκή ελίτ έχει καλούς τρόπους και μιλάει ευγενικά, αλλά δεν υπάρχουν «φίλοι» μας. Όταν φτάσει η ώρα, οι ευγενικοί διαπραγματευτές γίνονται σκληροί, άτεγκτοι και κυνικοί. Έτσι φτιάχτηκαν οι αυτοκρατορίες στο παρελθόν. 

Δεν υπάρχει «πολιτική διαπραγμάτευση» με τον τρόπο που αυτή γίνεται συνήθως αντιληπτή στην Ελλάδα, δηλαδή της προσωπικής συμφωνίας των ηγετών. Στο ευρωπαϊκό πλαίσιο οι πολιτικές θέσεις διαμεσολαβούνται από θεσμούς και μηχανισμούς – με μια ευρύτερη έννοια, από τον δημόσιο χώρο – που έχουν τη δικιά τους λογική. Η διαμεσολάβηση αυτή συχνά παίρνει τεχνοκρατική μορφή. Για παράδειγμα, οι στόχοι της ελληνικής κυβέρνησης και των δανειστών για το πρωτογενές πλεόνασμα είναι κοντά, αλλά τα συμπεράσματα για τα μέτρα είναι πολύ διαφορετικά. Η τεχνοκρατική διαμεσολάβηση των πολιτικών θέσεων των δανειστών είναι αυστηρή, ακολουθεί τη λογική του ΔΝΤ και άρα ζητά σκληρά μέτρα.  

Δεν πρόκειται να υπάρξει πρόταση των δανειστών που δεν θα εμπεριέχει μεγάλο πολιτικό κόστος για τον ΣΥΡΙΖΑ και την ηγεσία του. Ο λόγος είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αντιπροσωπεύει κίνδυνο για το στάτους κβο της Ευρώπης. Οι δανειστές επιδιώκουν να δείξουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ηττήθηκε.

Δεν πρόκειται να υπάρξει πρόταση των δανειστών που θα επιτρέψει στον ΣΥΡΙΖΑ να εφαρμόσει το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, τώρα ή στο μέλλον. Το πεδίο στο οποίο οι δανειστές σταδιακά παρασύρουν τον ΣΥΡΙΖΑ είναι όλο και πιο μακριά από τις προεκλογικές του θέσεις. 

Σχεδόν αβίαστα προκύπτουν και ορισμένες εκτιμήσεις:

Αν υπογραφεί συμφωνία με όρους που θα επιβάλλουν οι δανειστές, ή Ελλάδα θα επιστρέψει ουσιαστικά στο καθεστώς των Μνημονίων, πράγμα που σημαίνει ότι δεν θα υπάρξει συστηματική ανάπτυξη, η ανεργία θα παραμείνει υψηλή, η ανισότητα θα αυξηθεί, η χώρα θα γεράσει και θα μετατραπεί σε ασήμαντο παρία στη διεθνή σκηνή. Αν υπογραφεί μια τέτοια συμφωνία, ο χρόνος θα δουλεύει ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ. Δεν θα υπάρξει περιθώριο για «εσωτερική ρήξη» με τη διαπλοκή και την διαφθορά, ούτε η δυνατότητα κοινωνικής ανατροπής. Θα πρόκειται για καταστροφή και για τη χώρα και για την Αριστερά.

Το ζητούμενο τη στιγμή αυτή δεν είναι να βρεθεί κάποιο κοινό πεδίο ανάμεσα στις προτάσεις της κυβέρνησης και σε αυτές των δανειστών για τον προφανή λόγο ότι κάτι τέτοιο θα μας πάει ακόμη πιο μακριά από το Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης. Στην ουσία θα έχουν νικήσει οι δανειστές.

Τα περιθώρια που υπάρχουν για τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων είναι ελάχιστα. Η παρατεταμένη έλλειψη ρευστότητας και χρηματοδότησης που έχουν προκαλέσει οι δανειστές οδηγεί την οικονομία σε ύφεση. Το κράτος αναστέλλει πληρωμές και δε μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά. Η εκροή καταθέσεων έχει γιγαντωθεί και το τραπεζικό σύστημα βρίσκεται σε οριακό σημείο. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές αυξάνονται και η εμπορική πίστη έχει παγώσει. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έδωσε όντως δείγματα πολύ καλύτερης διαχείρισης της οικονομίας από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ τους τέσσερις αυτούς μήνες, αλλά η μέγγενη των δανειστών άρχισε πλέον να έχει καταστροφικά αποτελέσματα.

Η στρατηγική της ριζοσπαστικής αλλαγής της Ελλάδας κρατώντας τη χώρα στο πλαίσιο της ΟΝΕ, έχει φτάσει το τέλος της. Αυτό είναι το ουσιαστικότερο και σημαντικότερο μήνυμα που έστειλε ο οδοστρωτήρας των δανειστών. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει πραγματικά να αλλάξει την κοινωνία, να αποτρέψει την εθνική κατάπτωση, να βάλει την οικονομία σε πορεία ανάπτυξης και να κερδίσει μια νέα δυναμική θέση για την Ελλάδα στο διεθνές γίγνεσθαι, πρέπει να εξετάσει εναλλακτικούς δρόμους. Η γνώση και η ανάλυση υπάρχουν. Χρειάζεται πολιτική θέληση και αποφασιστικότητα.